szótár görög - kínai

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

ντουλάπα kínaiul:

1. 衣柜 衣柜



Kínai szóντουλάπα„(衣柜) készletekben:

Λεξιλόγιο για το υπνοδωμάτιο στα κινέζικα