szótár görög - kínai

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

ζωγραφική kínaiul:

1. 画画 画画



Kínai szóζωγραφική„(画画) készletekben:

Δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο στα κινέζικα

2. 绘画 绘画